ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΟΛΕΣ ΟΙ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΤΟ 2005, σύμφωνα με την απόφαση που θα εκδώσει τις επόμενες μέρες το ΥΠ. ΟΙΚ.

forodiafygh listes paragrafh

16/09/2017

forodiafygh listes paragrafh

Στην τσιμπίδα της εφορίας θα πέσουν τελικά οι ευρισκόμενοι στις λίστες των καταθετών εξωτερικού (Λαγκάρντ, Μπόργιανς), καθώς σε άλλες λίστες σε CDs που βρέθηκαν στην κατοχή του υπουργείου Οικονομικών, εφόσον έχουν μεταφέρει χρήματα στο εξωτερικό από το 2006 και μετά, τα οποία έχουν αποκτηθεί παράνομα ή δεν έχουν δηλωθεί στην εφορία.

 

Αντίθετα, γλιτώνουν όσοι πραγματοποίησαν πράξεις έως και το έτος 2005.

 

Στις επόμενες μέρες το ΥΠΟΙΚ, σε εφαρμογή της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας, θα ανακοινώσει τη ρύθμιση με την οποία θα αποσαφηνίζεται ο χρόνος παραγραφής των φορολογικών υποθέσεων, ο οποίος γίνεται 5ετία, αλλά μπορεί να επεκταθεί μέχρι και τη 10ετία.  

 

Σύμφωνα με πληροφορίες μας, το υπουργείο Οικονομικών, θα κάνει αποδεκτή την απόφαση του ΣτΕ (1738/2017), σύμφωνα με την οποία ότι οι φορολογικές αξιώσεις του Δημοσίου δεν μπορούν να ανατρέχουν στο παρελθόν σε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της πενταετίας από τη λήξη του έτους στο οποίο έπρεπε να υποβληθεί η σχετική φορολογική δήλωση. Η σχετική απόφαση εκδόθηκε τον περασμένο Ιούνιο και το ΥΠΟΙΚ τη μελετούσε προκειμένου να την ενσωματώσει στη φορολογική νομοθεσία, αλλά με τρόπο ώστε να περιορίσει την εξαίρεση από τον έλεγχο των μεγάλων υποθέσεων και ειδικά των φορολογούμενων που περιλαμβάνονται στις λίστες.

 

Στο πλαίσιο αυτό, η αρμόδια υπηρεσία έχει αποφανθεί πως με βάση την απόφαση του ΣτΕ:

– Παραγράφονται οριστικά όλες οι φορολογικές υποθέσεις, έως και το έτος 2005.

– Οι υποθέσεις από το 2006 έως και το 2010, μπορούν να «ανοιχτούν» και να ελεγχθούν οι υπόχρεοι, εάν στο μεταξύ οι φορολογικές αρχές εντοπίσουν νέα στοιχεία, που αμφισβητούν την ορθότητα των φορολογικών δηλώσεων του υπόχρεου. Στην κατηγορία αυτή εμπίπτουν και οι υποθέσεις που βρίσκονται στις λίστες, όπως και όλοι οι φορολογούμενοι.

– Οι υποθέσεις από το 2011 και μετά είναι στοσύνολό τους, ανοικτές για φορολογικό έλεγχο.

– Οι υποθέσεις έως και το έτος 2000 έχουν παραγραφεί οριστικά 

 

Ο χρόνος παραγραφής των φορολογικών υποθέσεων είναι η πενταετία, εκτός και αν «μετά την πάροδο της πενταετούς περιόδου παραγραφής περιήλθαν σε γνώση των φορολογικών αρχών «συμπληρωματικά στοιχεία» για τη διάπραξη φοροδιαφυγής σε έτη παραγεγραμμένα και ότι ως εκ τούτου ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 68 και της παραγράφου 4 του άρθρου 84 του ν. 2238/1994, βάσει των οποίων, σε κάθε τέτοια περίπτωση, η περίοδος παραγραφής για χρήσεις μέχρι και το 2013 παρατείνεται από τα 5 στα 10 έτη».

 

Ειδικότερα, το δικαίωμα του Δημοσίου να ελέγξει για τα έτη 2006-2010 και χιλιάδες άλλα φυσικά και νομικά πρόσωπα δεν μπορεί – βάσει των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 68 και της παραγράφου 4 του άρθρου 84 του ν. 2238/1994 – να παραγραφεί εντός 5ετίας από τη λήξη του έτους υποβολής των φορολογικών δηλώσεων, εφόσον:

α) από συμπληρωματικά στοιχεία, που περιήλθαν σε γνώση του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, εξακριβώνεται ότι το εισόδημα του φορολογουμένου υπερβαίνει αυτό που έχει περιληφθεί στο προηγούμενο φύλλο ελέγχου, 

β) η δήλωση που υποβλήθηκε ή τα έντυπα ή οι καταστάσεις που τη συνοδεύουν αποδεικνύονται ανακριβή. 

Σύμφωνα με το ΥΠΟΙΚ, μπορούν επίσης να εξαιρεθούν από την παραγραφή και ελεγχθείσες υποθέσεις των φορολογικών ετών ή χρήσεων 2000-2010, για τις οποίες οι ελεγχθέντες φορολογούμενοι έχουν ασκήσει ενδικοφανείς προσφυγές στην Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών ή έχουν φθάσει μέχρι και τα διοικητικά δικαστήρια και παραμένουν ακόμη ανοικτές.

 

Τι γίνεται με τις λίστες

Αναφορικά με τα πρόσωπα που βρίσκονται στις λίστες, το δικαίωμα του Δημοσίου να ελέγξει για τα έτη 2006 – 2010 τα φυσικά πρόσωπα τα οποία περιλαμβάνονται στις λίστες καταθετών του εξωτερικού, όπως η «λίστα Λανγκάρντ» και η «λίστα Μπόργιανς», δεν έχει ακόμη παραγραφεί, διότι, στις εν λόγω περιπτώσεις, η παραλαβή των συγκεκριμένων καταλόγων με τα στοιχεία για τις καταθέσεις ή τα εμβάσματα των προσώπων αυτών σε τράπεζες της Ελβετίας έγινε από το εξωτερικό και μπορεί να εξομοιωθεί με γνωστοποίηση στις ελληνικές φορολογικές αρχές συμπληρωματικών στοιχείων από τα οποία προκύπτουν ενδείξεις απόκρυψης σημαντικού ύψους εισοδημάτων από δραστηριότητες στην Ελλάδα. 

Ως εκ τούτου σύμφωνα με την άποψη αυτή, από τις υποθέσεις φορολογουμένων που περιλαμβάνονται στις λίστες μεγαλοκαταθετών του εξωτερικού παραγράφονται, βάσει της απόφασης του Σ.τ.Ε., μόνο εκείνες που αφορούν στα έτη 2000-2005, οπότε οι Ελληνικές φορολογικές αρχές έχουν δικαίωμα ελέγχου και επιβολής φόρων και προστίμων στους συγκεκριμένους φορολογούμενους και για τα έτη 2006-2010. Συνολικά δε, οι φορολογούμενοι που περιλαμβάνονται στις συγκεκριμένες λίστες είναι δυνατό να ελεγχθούν για την περίοδο 2006-2016, δηλαδή για περίοδο 11 ετών, συνολικά. Δεν ελέγχονται όμως για φορολογικές πράξεις που έγιναν έως και το 2005.  

 

Αξίζει να υπενθυμίσουμε, ότι στη «λίστα Λανγκάρντ» περιλαμβάνονται στοιχεία για 2.062 φυσικά και νομικά πρόσωπα με Ελληνική υπηκοότητα ή δηλωθείσα διεύθυνση στην Ελλάδα που εμφανίζονται να κατέχουν επενδυτικές μερίδες (τραπεζικούς λογαριασμούς η/ και λοιπά επενδυτικά προϊόντα) στην τράπεζα ΗSBC στη Γενεύη της Ελβετίας, το χρονικό διάστημα από το Νοέμβριο του 2005 μέχρι και τον Φεβρουάριο του 2007. Προφανώς οι περισσότεροι δεν θα αποφύγουν τον έλεγχο.

 

Επίσης, στη «λίστα Μπόργιανς» περιλαμβάνονται στοιχεία για 10.588 περιπτώσεις Ελλήνων με καταθέσεις σε άλλη Ελβετική Τράπεζα, το συνολικό υπόλοιπο τον οποίων ανέρχεται σε 3,9 δισ. ελβετικά φράγκα για το 2006 και 2,9 δισ. ελβετικά φράγκα για το 2008. Οι ευρισκόμενοι σε αυτή τη λίστα δεν αποφεύγουν τον έλεγχο και τυχόν πρόστιμα εάν φυσικά δεν μπορέσουν να δικαιολογήσουν την προέλευση των χρημάτων.

 

Άγνωστη είναι η τύχη της λίστας, η οποία είχε περιέλθει στις φορολογικές αρχές το 2013 με την μορφή 65 CDs και περιλαμβάνει στοιχεία για κινήσεις λογαριασμών 1.300.000 Ελλήνων φορολογουμένων σε τράπεζες του εσωτερικού, κατά την περίοδο από 1-1-2000 έως 8-6-2012 ήτοι συναλλαγές άνω των 300.000 ευρώ ή εμβάσματα προς το εξωτερικό άνω των 100.000 ευρώ, τουλάχιστον σε ένα έτος της συγκεκριμένης περιόδου. Όμως, τα στοιχεία αυτά, σύμφωνα με νομολογία που έχει ήδη διαμορφωθεί με αποφάσεις του Β’ Τμήματος του ΣτΕ και διοικητικών δικαστηρίων, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως «συμπληρωματικά» διότι προέρχονται από ελληνικές τράπεζες και θα μπορούσαν να είχαν αναζητηθεί και συλλεχθεί από τις ελληνικές φορολογικές αρχές πριν την παρέλευση της πενταετούς περιόδου παραγραφής.

Πηγή: www.sofokleousin.gr